Κομεντί Φρανσέζ

Κομεντί Φρανσέζ
(Comédie Française). Γαλλικός θεατρικός οργανισμός με έδρα το Παρίσι. Δημιουργήθηκε το 1680, μετά τον θάνατο του Μολιέρου, ύστερα από τη συγχώνευση του θιάσου του με τον θίασο του Théâtre du Marais. Βλ. λ. Γαλλία (Θέατρο).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Λεκέν — (Lekain, Παρίσι 1729 – 1778). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Γάλλου ηθοποιού του θεάτρου Ανρί Λουί Κεν (Henri Louis Cain). Με την υποστήριξη του Βολτέρου έκανε την πρώτη του εμφάνιση στην Κομεντί Φρανσέζ (1750), ως ερμηνευτής ενός έργου του κορυφαίου …   Dictionary of Greek

  • Λε Κουβρέρ, Αντριέν — (Adrienne Le Couvreur, Νταμερί, Μάρνη 1692 – Παρίσι 1730). Γαλλίδα ηθοποιός του θεάτρου. Ξεκίνησε νεότατη τη σταδιοδρομία της στη σκηνή και το 1717 προσελήφθη από την Κομεντί Φρανσέζ. Η πρώτη εμφάνισή της υπήρξε θριαμβευτική: η λεπτή ομορφιά του… …   Dictionary of Greek

  • ενδυμασία — Το σύνολο των αντικειμένων –οποιουδήποτε υλικού ή τρόπου κατασκευής– που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος για να ντύνεται και να στολίζεται. Για πολύ καιρό, ιδιαίτερα σε περιοχές τις οποίες ευνοούσε το θερμό κλίμα, οι άνθρωποι δεν ένιωθαν την ανάγκη να… …   Dictionary of Greek

  • θίασος — Εταιρεία, συνήθως με θρησκευτικό χαρακτήρα, στην αρχαία Αθήνα, που είχε σκοπό τη λατρεία ενός θεού, κυρίως του Διονύσου. Τα μέλη της έπαιρναν μέρος στις θρησκευτικές τελετές με χορούς και τραγούδια. Από την εποχή, όμως, της μεταρρύθμισης του… …   Dictionary of Greek

  • μαρς — I (Mademoiselle Mars, Παρίσι 1779 – 1847). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Γαλλίδας ηθοποιού Αν Φρανσουά Ιπολίτ Μπουτέ (Anne Francoise Hippolyte Boutet). Προσελήφθη στην Κομεντί Φρανσέζ, στην οποία κατέλαβε προνομιούχα θέση ως πρωταγωνίστρια έως το… …   Dictionary of Greek

  • Γκανς, Αμπέλ — (Αbel Gance, Παρίσι 1889 – 1981). Γάλλος σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Ο Γ., που ασχολήθηκε επίσης με την ποίηση και τη συγγραφή θεατρικών κειμένων (μερικά έργα του παίχτηκαν από τη Σάρα Μπερνάρ στην Κομεντί Φρανσέζ), ασχολήθηκε από το 1909 με… …   Dictionary of Greek

  • Κλερόν, Κλερ Ζοζέφ — (Claire Josephe Clairon, 1723 – 1803). Γαλλίδα ηθοποιός. Στην ηλικία των δώδεκα ετών εγκατέλειψε το πατρικό της σπίτι και πήγε στη Ρουέν, όπου προσελήφθη στο θέατρο. Αργότερα (1737 43) έπαιξε σε θιάσους της Λιλ και άλλων πόλεων. Την περίοδο 1743… …   Dictionary of Greek

  • Κοκτό, Ζαν — (Jean Cocteau, Μεζόν, Λαφίτ 1889 – Μιλί λα Φορέ, Παρίσι 1963). Γάλλος ποιητής, θεατρικός συγγραφέας, σκηνοθέτης του κινηματογράφου, σεναριογράφος και σκιτσογράφος. Υπήρξε πρωτοπόρος του κινήματος του υπερρεαλισμού, χαρακτηριστικός εκπρόσωπος μιας …   Dictionary of Greek

  • Κουρτελίν, Ζορζ — (Georges Courteline, Τουρ 1858 – Παρίσι 1929). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Γάλλου συγγραφέα Ζορζ Βικτόρ Μαρσέλ Μουανό (Georges Victor Marcel Moinaux). Ήταν γιος του μυθιστοριογράφου και κωμωδιογράφου Ζιλ Μουανό. Από προσωπικές του εμπειρίες άντλησε …   Dictionary of Greek

  • Κωμωδία, Ιταλική — (Comédie Italienne). Γαλλική ονομασία ιταλικών θιάσων της Κομέντια ντελ’ άρτε, οι οποίοι έδιναν παραστάσεις στη Γαλλία από τον 16o έως τον 17o αι., σε αντιδιαστολή προς το γαλλικό θέατρο Κομεντί Φρανσέζ. Βλ. λ. Κομέντια ντελ’ Άρτε· κωμωδία·… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”